ὅταν
Ερμηνεία:
(τότε που, αφού, οσάκις, μόλις)
Ετυμολογία:
[σύνδεσμος χρονικός< (Όμηρ.) ὅταν (ὅταν < ὅτε ἄν), Καινή Διαθήκη: 123 φορές]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
....ὅταν ἐπρωτομπαρκάρησε ναύτης εἰς τὴν βομβάρδαν τοῦ ἐξαδέλφου του.[Ο Έρωτας στα χιόνια].
. …καπετὰν Γιαννάκης, μεγάλως φαιδρυνθεὶς ὅταν ἤκουε τὰ ἐδάφια αὐτὰ τῆς Γραφῆς… [Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι (1907)] ... ὅταν ἐγήρασέ τις, οὔτε «ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι», οὔτε «κόκκινη σὰν τὸ αἶμα», τίποτε [Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι (1907)] .
Ὅταν ἐμειδία ὁ μπάρμπα-Πύπης, δὲν ἐμειδίων μόνον αἱ γωνίαι τῶν χειλέων, αἱ παρειαὶ καὶ τὰ οὖλα τῶν ὀδόντων του, ἀλλ' ἐμειδίων οἱἱλαροὶ καὶ ... [Πάσχα Ρωμέϊκο]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|