εὐλογοφανῶς
Ερμηνεία:
[τροπ. επιρ., φαινομενικά ευλόγως ή εύλογα (πιθανά, ενδεχόμενα)]
Ετυμολογία:
[< Μεσαιων. εὐ- (καλῶς) + λόγος + φανῶς < φαίνω, φαίνομαι]…
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Εὐλογοφανῶς θὰ ἠδύνατό τις νὰ τοῦ ἀποδώσῃ πρόθεσιν ὅτι ἐπεχείρει ν' ἀναβῇ… [Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|