Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



ἐπανήρχετο


Ερμηνεία:

[γ΄ πρόσωπο ενικού του  παρατατικού , οριστικής του ρ. επανέρχομαι  (επιστρέφω, γυρίζω πίσω)]βλ. επανήλθε]



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

... ἐπανήρχετο εἰς τὸ παλιόσπιτο τὸ μισογκρεμισμένον, ἐκχύνων εἰς τραγούδια τὸν πόνον του … [Ο έρωτας στα χιόνια]



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: