δίνεις
Ερμηνεία:
[γ΄πρ. εν ενεστ. του δίνω (προσφέρω, παρέχω)]
Ετυμολογία:
[δίνω < δίδω < (Όμηρ.) δίδωμι (προσφέρω, φίδω). Καινή Διαθήκη: 416 φορές]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Μοῦ δίνεις τὴν ἄδειαν νὰ πῶ ἕνατραγούδι τῆς κυρίας;. - Εὐχαρίστως. [Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|