Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



άφελῶς


Ερμηνεία:

[επίρρημα του επιθέτου αφελής, -ής, -ές (απλοϊκός, απονήρευτος, εύπιστος, καλοκάγαθος, απλός, απέριτος, φυσικός)] 



Ετυμολογία:

[< (Θέογνης) άφελῶς< Αριστοφάνης, Δημοσθένης, Λουκιανός αφελής (αυτός που είναι ομαλός και χωρίς πέτρες< α (στερητικό) + φελλίς γη (πετρώδες έδαφος < φελλός]…

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

 ... ἐδάφια αὐτὰ τῆς Γραφῆς, ἀφελῶς ἔλεγεν, ἀποτεινόμενος πρὸς κληρικὸν φίλον μας: [Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι (1907)]



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: