Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



μεγάλως


Ερμηνεία:

[επίρρημα του επιθέτου μεγάλος (υπερβολικά)]. Βλέπε:μεγάλος, μεγάλη, μεγάλον



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

 ... που ὁκαπετν Γιαννάκης, μεγάλως φαιδρυνθεὶς ὅταν ἤκουε τὰἐδάφια αὐτὰ τῆς  ...[σπρη σν τὸ χιόνι (1907)]



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: