Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



ἐνῷ


Ερμηνεία:

[χρον. ἐπίρρ. (τὴν ὤρα πού, ἐκεῖ πού, καθὼς) ἐναντιωματικὸς σύνδεσμος (ἂν καί, μολονότι)]



Ετυμολογία:

[< (Ἀρχ.) ἐν ῷ, (τό ῷ εἶναι ἡ δοτικὴ τῆς ἀναφ. ἀντων. ὃς = ὁ ὁποῖος

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

ν κατέβαινε τ πρω ες τν παραλίαν, [Ο έρωτας στα χιόνια]. 



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: