Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



ἀγαπημένον


Ερμηνεία:

[Μετοχή παρακειμένου του ρ. άγαπάω, άγαπώμαι (με μεταχειρίζονται με στοργή, με αγάπη, μου φέρονται φιλικά, με ανέχονται).



Ετυμολογία:

[ < (Όμηρ.) άγαπάω < άγαπώμαι < παρακ. ήγαπημένος, -μένη, -μένον < Δημ. αγαπημένος]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Μαζύ με ένα άγαπημένον…[Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ἄσπρη σαν το χιόνι]



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: