Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



καλούμενον


Ερμηνεία:

[καλούμενος, καλουμένη, καλούμενον (αυτός που καλείται ή ονομάζεται] 



Ετυμολογία:

[(Όμηρ.), Καινή Διαθήκη. 148 φορές < καλέω, ώ (ονομάζω, καλώ, προσκαλώ)]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

... ὁ νοῦς του εἰς τὸ δευτέρωμα τῶν ἀμπέλων, τὸ καλούμενον καὶ δισκάφισμα [Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι (1907)]



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: