ψεύτραν, τήν
Ερμηνεία:
ψεύτραν, τήν ο ψεύτης, η ψεύτρα (αυτή που λέει ψέματα)]
Ετυμολογία:
[ψεύδος ((Όμηρ.) Καινή Διαθήκη 12 φορές) <ψεύδω < ψεύδομαι (λέω ψέματα) < εψεύσθην (Αορ. του ψεύδομαι) < ψεύτης]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
… Γειτόνισσα, γειτόνισσα, πολυλογοὺ καὶ ψεύτρα, δὲν εἶπες μιὰ φορὰ κ' ἐσύ, Γιαννιό μου ἔλα μέσα.. [Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|