φιλοφροσύνην, τὴν
Ερμηνεία:
[ἡ φιλοφροσύνη (φιλική συμπεριφορά ή στάση ή έκφραση)]
Ετυμολογία:
[< φιλόφρων < (Όμηρ.) φίλος, -η, -ον +(Όμηρ.) η φρην, της φρενός, αἱ φρένες (το λογικό , η φρόνιση)]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
… τὴν γειτόνισσαν τὴν πολυλογοὺ καὶ ψεύτραν, καὶ τὸν χειρόμυλόν της, καὶ τὴν φιλοφροσύνην της …[Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|