φεγγίτην, τὸν
Ερμηνεία:
[ὁ φεγγίτης (μικρό άνοιγμα ή παράθυρο στην οροφή ή στο υψηλότερο μέρος ενός τοίχου δωματίου, από το οποίο αερίζεται και φωτίζεται το δωμάτιο] (βλ. βωβός και φῶς)
Ετυμολογία:
[( Όμηρ.) το φάος < το φως <(Όμηρ.) το φέγγος (λάμψη, ανταύγεια, αμυδρό φως, όπως των αστεριών) + -ίτης]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
…ἔβλεπε τὸ παράθυρον τῆς γειτόνισσας κλειστόν, βωβόν, καὶ τὸν φεγγίτην νὰ λάμπῃ θαμβά, θολά…[Ο έρωτας στα χιόνια]…
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|