τοῦ, του
Ερμηνεία:
1. Γενική, ενικού του οριστικού άρθρου ο και το. 2. Προσωπική αντωνυμία πριν από ρήμα, που πάντοτε παίρνει τόνο.
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Καρδιὰ τοῦ χειμῶνος. Χριστούγεννα, Ἅις-Βασίλης, Φῶτα.…
τοῦ ἤρχοντο ὡς ναυάγια αἱ λέξεις:…
Τὸ ἔλεγε τόσον συχνά, ὥστε ὅλες οἱ γειτονοποῦλες ὁποὺ τὸν ἤκουαν τοῦ τὸ ἐκόλλησαν τέλος ὡς παρατσούκλι: «Ὁ μπαρμπα−Γιαννιὸς ὁἜρωντας».
[Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|