σιδηρᾶς, τὰς
Ερμηνεία:
[ο σιδηροῦ ς, η σιδηρᾶ , το σιδηροῦν (σιδερένιος, σιδερένια, σιδερένιο) αυτός που είναι κατασκευασμένος από σίδηρο]
Ετυμολογία:
[(Όμηρ.) σίδηρος, αναφέρεται 5 φορές στις Πράξεις των Αποστόλων]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
... τὰ ὡρολόγια, τὰς ἁλύσεις τὰς χρυσᾶς καὶ τὰς ἁλύσεις τὰς σιδηρᾶς, τὰς πόρνας ... [Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|