κρυολογήση, νὰ
Ερμηνεία:
[γ΄πρόσωπο ενικού υποτακτικής του ρ. κρυολογώ (αρρωσταίνω μετά από έκθεση σε ψυχρό περιβάλλον)]…
Ετυμολογία:
[< (Όμηρ.) κρύος (ψυχρός, φρικτός) + -λογώ (κατάληξη που σημαίνει ότι επηρεάζομαι από αυτό που δηλώνει το θέμα) < (Όμηρ.) λόγος < (Όμηρ.) λέγω]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
..... Ἔβαλεν εἰς τὴν πηγήν, διὰ νὰ κρυολογήση, τὸ παγοῦρι µὲ τὸ ρακί. Παγοῦρι φυσικόν, ἀπὸ ποδάρι ...
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|