ζέσταινε, νὰ
Ερμηνεία:
[γ΄πρόσωπο ενικού του παρατατικού υποτακ. του . ρ. ζεσταίνω (θερμαίνω, κάνω κάτι ζεστό), … να ζέσταινε τις καρδιές… (να δημιουργήσει θερμά ή θετικά συναισθήματα) [Ο έρωτας στα χιόνια].
Ετυμολογία:
[ < (Ομηρ) ζέω (βράζω, ζένω, ζεματώ)]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
, … να ζέσταινε τις καρδιές… (να δημιουργήσει θερμά ή θετικά συναισθήματα) [Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|