Παγκόσμιον, τήν
Ερμηνεία:
[ο, η παγκόσμιος, το παγκόσμιον (αυτός που περιλαμβάνει όλο τη γη, όλο τον κόσμο, αυτός που ανήκει σε όλους τους λαούς, αυτός στον οποίο συμετέχει όλος ο κόσμος, όλα τα έθνη]
Ετυμολογία:
[παγ- < παν- + κόσμιος < (Όμηρ.)κόσμος (τάξη, κατάταξη, ευταξία < (Όμηρ.) κοσμέω, ώ (βάζω σε τάξη, διατάσσω, τάσσω)]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
…Ἔστειλε πότε καὶ εἰς τὴν Παγκόσμιον ἔκτεσι…[Πάσχα Ρωμέϊκο]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|