ἀπήγγειλα
Ερμηνεία:
[πρώτο πρόσωπο ενικού του αορίστου του ρ. απαγγέλλω (αναφέρω, ανακοινώνω εκφωνώ με τέχνη ποίημα ή πεζό λόγο)]
Ετυμολογία:
[από + αγγέλλω < (Όμηρ.) άγγελος (ο απεσταλμένος, αγγελιοφόρος, κήρυκας,το υπεράνθρωπο εκείνο ον, που υπηρετεί το Θεό), Καινή Διαθήκη 175 φορές]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
... Καὶ τότε ἀπήγγειλα:.... [Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι (1907]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|