πάλιν
Ερμηνεία:
πάλιν (πάλι) [επιρρ. που σημαίνει επανάληψη, ξανά, για μια φορά ακόμη, εκ νέου, εξάλλου, από την άλλη πλευρά]
Ετυμολογία:
[(Όμηρ.) πάλιν (οπίσω, προς τα πίσω, εναντίον), Καινή Διαθήκη139 φορές]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
[< … Πάλιν ἐκλονήθη… [Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|