Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



ὅλες, οἱ


Ερμηνεία:

 [ονομαστική πληθυντικού του θυληκού του επιθέτου της καθομιλουμένης όλος, -η, ο, πλ. όλοι, όλες, όλα] 



Ετυμολογία:

[<(Όμηρ.) ὅλος, -η, -ον (ολόκληρος, ακέραιος, πλήρης)]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Τὸ ἔλεγε τόσον συχνά, ὥστε λες οἱ γειτονοπολες ὁποὺ τὸν ἤκουαν τοῦ τὸ ἐκόλλησαν τέλος ὡς παρατσούκλι: «Ὁ μπαρμπα−Γιαννιὸς ὁ Ἔρωντας». [Ο έρωτας στα χιόνια].



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: