βουμετανίδη
bumetanide
Ερμηνεία:
Η βουμετανίδη ανήκει σε μια ομάδα φαρμάκων που ονομάζονται διουρητικά αγκύλης. Χορηγείται για τη μείωση του οιδήματος, από κατακράτηση υγρών και οιδήματος που προκαλείται από συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, ηπατική νόσο, νεφρική νόσο ή άλλες ιατρικές παθήσεις.Η φουροσεμίδη και η βουμετανίδη είναι κλινικά παρόμοια φάρμακα. 40 mg φουροσεμίδης είναι περίπου ισοδύναμα με τη βουμετανίδη 1 mg. Σε υψηλότερες δόσεις βουμετανίδης αυτή η αναλογία μειώνεται. Η βουμετανίδη μπορεί να είναι χρήσιμη σε ασθενείς με οιδηματώδες έντερο και σε ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στη φουροσεμίδη.
Η βουμετανίδη (bumetanide) δρα, αποκλείοντας την ενεργό επαναρρόφηση χλωριούχου νατρίου με αποτέλεσμα την απέκκριση χλωριούχου νατρίου και ύδατος. Συνεπεία τούτου προκαλείται διούρηση. Η βουμετανίδη δρα κυρίως στο ανιόν σκέλος της αγκύλης του Henle. Όμως, φαίνεται ότι το φάρμακο δρα επίσης και επί των εγγύς ουροφόρων σωληναρίων.
Αναλυτικότερα η βουμετανίδη (BTN ή BUM) είναι ένα εγκεκριμένο από τον FDA ισχυρό διουρητικό αγκύλης[loopdiouretic, (LD)] που δρα ανταγωνιζόμενο τους συμμεταφορείς νατρίου-χλωριούχου καλίου (Na-K-Cl), NKCC1 (SLc12a2) και NKCC2.
Ενώ το NKCC1 εκφράζεται τόσο στο ΚΝΣ, όσο και σε συστηματικά όργανα, το NKCC2 είναι ειδικό για τoυς νεφρούς. Η εκτός ετικέτας (off-label) χρήση της BTN για τη ρύθμιση των νευρωνικών διαμεμβρανικών διαβαθμίσεων (gradients) Cl-, αναστέλλοντας το NKCC1 στο ΚΝΣ έχει πλέον δοκιμαστεί ως παράγοντας κατά των επιληπτικών κρίσεων και ως παρέμβαση για νευρολογικές διαταραχές σε προκλινικές μελέτες με ποικίλα αποτελέσματα.
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της BTN για τη χρήση της, εκτός ετικέτας, έχει επίσης δοκιμαστεί σε αρκετές κλινικές δοκιμές για νεογνά, παιδιά, εφήβους και ενήλικες. Η BTN δεν πληρούσε τα κριτήρια αποτελεσματικότητας για τις νεογνικές κρίσεις υποξικής-ισχαιμικής εγκεφαλοπάθειας (HIE).
Αντίθετα έδειξε θετικά αποτελέσματα σε δοκιμές επιληψίας κροταφικού λοβού (TLE), αυτισμού και σχιζοφρένειας, που έχουν αποδοθεί στην BTN σε μελέτες που αξιολογούν τη χρήση της εκτός ετικέτας.
Ο NKCC1 είναι ένας ηλεκτροουδέτερος νευρωνικός εισαγωγέας Cl και η κυριαρχία της λειτουργίας του NKCC1 έχει προταθεί ως η κοινή παθολογία για επιληπτικές κρίσεις HIE, TLE, αυτισμό και σχιζοφρένεια.
Ως εκ τούτου, έχει προταθεί η χρήση του BTN για τον ανταγωνισμό του νευρωνικού NKCC1 με στόχο τη μείωση των εσωτερικών επιπέδων Cl- και την προώθηση της υπερπόλωσης με τη μεσολάβηση GABA[1].
Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του πόσιμου διαλύματος βουμετανίδης για τη θεραπεία της διαταραχής του φάσματος του αυτισμού (ΔΑΦ) σε παιδιά και εφήβους αξιολογήθηκε σε δύο διεθνείς, πολυκεντρικές, τυχαιοποιημένες, διπλά τυφλές, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο δοκιμές φάσης ΙΙΙ.
Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ των ομάδων θεραπείας για κανένα από τα δευτερεύοντα τελικά σημεία αποτελεσματικότητας σε καμία από τις δύο μελέτες. Και στις δύο μελέτες, οι ανεπιθύμητες ενέργειες που προκλήθηκαν από τη θεραπεία και εμφανίστηκαν πιο συχνά με τη βουμετανίδη από το εικονικό φάρμακο περιελάμβαναν δίψα, πολυουρία, υποκαλιαιμία και ξηροστομία. Αυτές οι μεγάλες δοκιμές φάσης ΙΙΙ απέτυχαν να αποδείξουν το όφελος της βουμετανίδης για τη θεραπεία της παιδιατρικής ΔΑΦ σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο. Κατά συνέπεια, ο χορηγός διέκοψε την ανάπτυξη της βουμετανίδης για τη θεραπεία αυτής της πάθησης[2].
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
- Off-Label Use of Bumetanide for Brain Disorders: An Overview.Kharod SC, Kang SK, Kadam SD.Front Neurosci. 2019 Apr 24;13:310.
- Bumetanide oral solution for the treatment of children and adolescents with autism spectrum disorder: Results from two randomized phase III studies. Fuentes J, Parellada M, Georgoula C, Oliveira G, Marret S, Crutel V, Albarran C, Lambert E, Pénélaud PF, Ravel D, Ben Ari Y.Autism Res. 2023 Oct;16(10):2021-2034.
Συνώνυμα:
Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Φαρμακολογία:
|