βλάβη
[vla΄vi]
Ερμηνεία:
ολίσθημα, γλίστρημα μικροβλάβη, ανωμαλία, δυσλειτουργία, παραμόρφωση σήματος
Ετυμολογία:
< Γερμανικά glitschen και gleiten, γλυστρώ
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Computer glitch is a 'blow to morale'.
A glitch in time: health care transformation and the marketplace.
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Πληροφορική:
|