επικρατών
Ερμηνεία:
Επικρατών. επικρατούσα, επικρατόν. Αυτός που επικρατεί, ο κυρίαρχος.
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
The classical fasting serum markers of LGSI and leukocyte counts associated best with measures of MS-associated LGSI, whereas ex vivo cytokine production was only associated with prevailing glycemia and dyslipidemia......
Συνώνυμα:
Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ιατρικό λεξιλόγιο:
|