Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ρυτίδα, η, (πλ. οι ρυτίδες)

         
wrinkle

         

Ερμηνεία:

Οι ρυτίδες είναι ευδιάκριτες επιφανειακές, αιχμηρές αυλάκωσεις του δέρματος. Αποτελούν μέρος των φυσιολογικών συνεπειών του γήρατος. Οι καπνιστές εμφανίζουν ενωρίς ρυτίδες. Η παρατεταμένη έκθεση στον ήλιο προκαλεί πρόωρη και έντονη ρυτίδωση του δέρματος.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

The wrinkle and its measurement--a skin surface Profilometric method. Hatzis J.Micron. 2004;35(3):201-19.

Real-time wrinkle evaluation method using Visual Illusion-based image feature enhancement System.Fujino S, Iwanaga T.Skin Res Technol. 2023 Jan;29(1):e13206. 

Biopolymeric agents for skin wrinkle treatment. Lourith N, Kanlayavattanakul M.J Cosmet Laser Ther. 2016 Oct;18(5):301-10.



Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Δερματολογία: