Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

οστεοπόρωση, η

     osteopo΄rosi    
οsteoporosis

     οστιοπορόσις     

Ερμηνεία:

Κατάσταση κατά την οποία τα οστά γίνονται αδύναμα και πορώδη  λόγω απώλειας ασβεστίου και άλλων μεταλλικών ιχνοστοιχείων και καταστροφής των οστεοκυττάρων κυττάρων. 

Η οστεοπόρωση είναι μια κατάσταση του σκελετού, η οποία  χαρακτηρίζεται από μειωμένη πυκνότητα (μάζα/όγκος) του φυσιολογικά μεταλλοποιημένου οστού. Η μειωμένη οστική πυκνότητα οδηγεί σε μειωμένη μηχανική αντοχή, καθιστώντας έτσι τον σκελετό πιο πιθανό να υποστεί κάταγμα.

Η οστεοπόρωση ορίστηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) το 1994 ως μια οστική πυκνότητα μικρότερη από 2,5 τυπικές αποκλίσεις κάτω από τη μέση τιμή του φύλου για νέους ενήλικες και αυτός ο χαρακτηρισμός έχει υιοθετηθεί παγκοσμίως. 

Στη συνέχεια, έγινε ένα περαιτέρω βήμα προς τα εμπρός όταν η οστική πυκνότητα ενσωματώθηκε σε αλγόριθμους πρόβλεψης κινδύνου κατάγματος, όπως το Εργαλείο Αξιολόγησης Κινδύνου Κατάγματος (FRAX®) που αναπτύχθηκε επίσης από τον ΠΟΥ [1]. 

 Η μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση (Τύπου Ι) και η σχετιζόμενη με την ηλικία οστεοπόρωση (Τύπος ΙΙ) είναι οι πιο κοινές πρωτογενείς μορφές οστικής απώλειας που παρατηρούνται στην κλινική πράξη. Οι δευτεροπαθείς  αιτίες της οστεοπόρωσης περιλαμβάνουν υπερκορτιζολισμό (μακροχρόνια χορήγηση κορτιζόνης), υπερθυρεοειδισμό, υπερπαραθυρεοειδισμό, κατάχρηση οινοπνεύματος  και ακινητοποίηση. 

Στην ανάπτυξη της οστεοπόρωσης, συχνά υπάρχει μια μακρά λανθάνουσα περίοδος πριν από την εμφάνιση της κύριας κλινικής εκδήλωσης, των παθολογικών καταγμάτων. Το πιο πρώιμο σύμπτωμα της οστεοπόρωσης είναι συχνά ένα επεισόδιο οξείας οσφυαλγίας που προκαλείται από παθολογικό συμπιεστικό σπονδυλικό κάταγμα, ή ένα επεισόδιο πόνου στη βουβωνική χώρα ή στους μηρούς που προκαλείται από παθολογικό κάταγμα ισχίου. 

Στη διαγνωστική διαδικασία, αξιολογείται η έκταση και η σοβαρότητα της οστικής απώλειας και αποκλείονται οι δευτερογενείς μορφές οστικής απώλειας. Μια προσεκτική διαγνωστική εξέταση που περιλαμβάνει κλινικό ιστορικό, φυσική εξέταση, εργαστηριακή αξιολόγηση, οστική πυκνομετρία και ακτινογραφική απεικόνιση θα επιτρέψει στον κλινικό ιατρό να προσδιορίσει την αιτία της οστεοπόρωσης και να προβεί σε ιατρικές παρεμβάσεις που θα σταθεροποιήσουν και ακόμη και θα αναστρέψουν αυτήν την συχνά αποτρέψιμη κατάσταση [2].

 

 



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

 

1.Edwards MH, Dennison EM, Aihie Sayer A, Fielding R, Cooper C. Osteoporosis and sarcopenia in older age. Bone. 2015 Nov;80:126-130

 

2.D L GlaserF S Kaplan. Osteoporosis. Definition and clinical presentation. Spine (Phila Pa 1976). 1997 Dec 15;22(24 Suppl):12S-16S.

Herba Epimedii: An ancient Chinese herbal medicine in the prevention and treatment ofosteoporosis.Wang L, Li Y, Guo Y, Ma R, Fu M, Niu J, Gao S, Zhang D. Curr Pharm Des. 2015 Nov 12. 

New insights into treatment of osteoporosis in postmenopausal women. Geusens P. RMD Open. 2015 Aug 15;1(Suppl 1):e000051. doi: 10.1136/rmdopen-2015-000051.



Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ορθοπεδική: