Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



χρόνων, τῶν


Ερμηνεία:

τῶν χρόνων  [γενική πηθυντικού του ουσιαστικού ο χρόνος] [<(Όμηρ.) Καινή Διαθήκη  54 φορές, (ο χρόνος, του χρόνου)]

..... Ὅλα αὐτὰ τὰ εἶχε φθείρει πρὸ χρόνων πολλῶν....[Ο έρωτας στα χιόνια].



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: