τό
Ερμηνεία:
Ονομαστική ή αιτιατική ενικού του Αρχ. ουδέτερου οριστικού άρθρου ο, η το. Όταν ακολουθείται από ρήμα έχει την έννοια του αυτός, αυτή, αυτό]
Τὸ ἔλεγε τόσον συχνά, ὥστε ὅλες οἱ γειτονοποῦλες ὁποὺ τὸν ἤκουαν τοῦ τὸ ἐκόλλησαν τέλος ὡς παρατσούκλι: «Ὁ μπαρμπα−Γιαννιὸς ὁἜρωντας».
π.χ. ..δὲν ἐνθυμοῦμαι πλέον πῶς μοῦ τὸ ἔλεγε…[Άσπρη σαν το χιόνι]
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|