Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

θολωτός

     tholotόs    
domed

     dομd    

Ερμηνεία:

Αυτός που έχει σχήμα θόλου, ο τρουλωτός



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

 
Domed (cupola) tibial osteotomy in the treatment of decompensated arthrosis secondary to genu varum.
Giunti A, Vicenzi G, Toni A, Graci A, Zanotti G.Ital J Orthop Traumatol. 1984 Jun;10(2):153-62.
 
The domed dermis-fat graft orbital implant. Migliori ME, Putterman AM.Ophthalmic Plast Reconstr Surg. 1991;7(1):23-30.
 


Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ιατρικό λεξιλόγιο: