Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

διάσωση

     δiásosi    
bailout

     bέϊλαουτ    

Ερμηνεία:

Το ουσιαστικό bailout σημαίνει την απομάκρυνση ενός παράγοντα που είχε θέσει σε κίνδυνο τη ζωή ενός ασθενούς. Στην οικονομία σημαίνει τη διαφυγή από την οικονομική καταστροφή. (Το  ρήμα bail out μεταφράζεται ως εγκαταλείπω, φεύγω, αναχωρώ).



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Extracorporeal total artificial heart as bailout surgery. Perrodin SF, Muller O, Gronchi F, Liaudet L, Hullin R, Kirsch M.J Card Surg. 2017 Mar;32(3):222-228. doi: 10.1111/jocs.13110.

When Bailout Stenting Is the Only Option, the Difference Lies in the Details.Kitrou PM, Spiliopoulos S.J Endovasc Ther. 2018 Feb;25(1):79-80. 

Bailout from Guideplus entrapment by coronary stent. Higuchi R, Yokoyama H, Hagiya K, Takamisawa I, Tobaru T.Cardiovasc Interv Ther. 2019 Oct;34(4):375-376. 

 



Συνώνυμα:
rescue; lifesaving





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ιατρικό λεξιλόγιο: