Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

αποσοβώ,αποτρέπω,

         
stave off

         

Ερμηνεία:

Εμποδίζω, παρακωλύω



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

How I stave off despair as a climate scientist. Reay D.Nature. 2018 Dec;564(7736):303. 

Sleeping well and staying in rhythm to stave off dementia.Malkani RG, Zee PC.Sleep Med Rev. 2018 Aug;40:1-3.

Frequent employee training helps stave off ransomware.Arndt RZ.Mod Healthc. 2017 Jun;47(23):16-1



Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ιατρικό λεξιλόγιο: