προβλεπόμενος, αναμενόμενος
predicted
Ερμηνεία:
Αυτός που προβλέπεται, αυτός που αναμένεται.
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Confidence in predicted position error explains saccadic decisions during pursuit. Coutinho JD, Lefèvre P, Blohm G.J Neurophysiol. 2021 Mar 1;125(3):748-767.
Predicted Residual Error Sum of Squares of Mixed Models: An Application for Genomic Prediction. Xu S.G3 (Bethesda). 2017 Mar 10;7(3):895-909.
Comparative genome analysis, predicted lifestyle and antimicrobial strategies of Lactococcus carnosus and Lactococcus paracarnosus isolated from meat.Werum V, Ehrmann M, Vogel R, Hilgarth M.Microbiol Res. 2022 May;258:126982
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ιατρικό λεξιλόγιο:
|