Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



λιμένος, τοῦ


Ερμηνεία:

[ο λιμήν, οι λιμένες, των λιμένων (το λιμάνι, του λιμανιού)][(τόπος ασφαλούς αγκυροβολίου πλοίων)] 



Ετυμολογία:

[< Ομηρ., Καινή Διαθήκη. 3 φορές στις πράξεις των Αποστόλων]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

… ἢ διὰ νὰ πάγῃ μὲ ξένην βάρκαν νὰ βγάλῃ κανένα χταπόδι ἐντὸς τοῦ λιμένος… [Ο έρωτας στα χιόνια].



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: