Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



κατέβαινε


Ερμηνεία:

 [βλ. κατεβαίνω, κατέβαινεν]



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

…. ἐνῷ κατέβαινε τὸ πρωὶ εἰς τὴν παραλίαν,… [Ο έρωτας στα χιόνια]



Συνώνυμα:
κατεβαίνω [<((Όμηρ.)) καταβαίνω (διέρχομαι κάτι, μεταβαίνω από ένα υψηλότερο σημείο σε χαμηλότερο) < κατά + βαίνω (βαδίζω, πορεύομαι) < Μεσαιων. κατεβαίνω, Καινή Διαθήκη 88 φορές]





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: