κάμπον, τόν
Ερμηνεία:
[ο κάμπος, του κάμπου, οι κάμποι (πεδιάδα)]
Ετυμολογία:
[Μεσαιων. < campus (L) (πεδίο, πεδιάδα)]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
… Ἐπάνω εἰς τὰ βουνὰ χιόνες, κάτω εἰς τὸν κάμπον χιονόνερον… [Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|