Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

παροσμία

     parosmi΄a    
parosmia

     παρόσμια    

Ερμηνεία:

Ποιοτική δυσλειτουργία της ψόσφρησης όταν κάποιος μυρίζει κάποια οσμή [π.χ. δημιουργείται μια παραποιημένη οσφρητική αντίληψη όταν εκτίθεται ένα άτομο σε ένα οσφρητικό ερέθισμα].

 

 



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Parosmia and hyposmia induced by solvent exposure. E A Emmett. Br J Ind Med. 1976 Aug; 33(3): 196–198.

Position paper on olfactory dysfunction. Hummel et al. Rhinology, Supplement 25, 1-30, 2017 . https://doi.org/10.4193/Rhino16.248 



Συνώνυμα:
dysosmia, cacosmia, euosmia or troposmia





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ωτορινολαρυγγολογία: